Изменить стиль страницы

Γιατί αξίζει ο αγώνας που γίνεται εκούσια, που γίνεται θεληματικά και που μπορείς να διαλέξεις μεταξύ του καλού και του κακού και να πεις: εγώ διαλέγω αυτό! Αυτό είναι το ωραίο. Να διαλέγεις το Χριστό, ενώ υπάρχει και κάτι άλλο να διαλέξεις. Όχι αναγκαστικά. Όχι με το ζόρι. Οι ενθουσιασμοί καλοί είναι σε όλα τα ωραία πράγματα. Ο άλλος ενθουσιάζεται για τη ζωή του. Να κάνει οικογένεια. Βρίσκει μια κοπέλα και λέει, αυτή είναι! Ενθουσιάστηκες. Αλλά πρέπει να έχει ρίζα ο δεσμός αυτός. Να ριζώσει κάτι μέσα σου. Να δοκιμαστεί. Θα έρθει δυσκολία. Κάτσε. Την είδες τώρα ή τον είδες. Τσακωθήκατε ποτέ; Όχι. Ε, κάτσε να τσακωθείτε μια φορά. Κάτσε να γίνει μια μικρή παρεξήγηση. Θα θες να είσαστε πάλι μαζί; Εκεί θα ψηθείς. Εκεί θα δοκιμαστείς. Όταν βγείτε βόλτα και όλα είναι ωραία, εντάξει. Αν όμως γίνει κάποιο λάθος, αν κάτι, μια μικρή παρεξήγηση, ένα ραντεβού — που δεν θα είναι συνεπής στην ώρα- και θα δεις ότι έχει μια αδυναμία, είναι ασυνεπής, ας πούμε, στην ώρα του ή δεν είναι τακτικός στα πράγματα του ή δεν είναι στα λόγια της προσεχτική και λέει πολλά, εκεί, ο ενθουσιασμός ο πρώτος θα μείνει; Σε όλα τα πράγματα. Και στα ανθρώπινα και στα θεϊκά. Γιατί ο άνθρωπος που είναι στα ανθρώπινα ατακτοποίητος, επιπόλαιος, βιαστικός, απλώς ενθουσιώδης, το μεταφέρει αυτό και στο επίπεδο το πνευματικό. Η ζωή μας είναι ενιαία κατάσταση. Έχει σχέση με όλα τα πράγματα του βίου μας. Και για αυτά που μιλούν για το Θεό και με το Θεό, αλλά και με τους ανθρώπους.

Γι' αυτό, λοιπόν, οι άγιοι πολλές φορές είναι επιφυλακτικοί, όταν βλέπουν άτομα τα οποία ενθουσιάζονται. Πετάνε στα σύννεφα, τρελαίνονται από χαρά και λένε: «Θεέ μου κράτα τον! Κράτα τον!» Γι' αυτό, και μερικούς μάλιστα, οι οποίοι ανεβαίνουν πολύ, αμέσως, πνευματικά και θέλουν να κάνουν εκατό ώρες προσευχή, να κάνουν νηστείες αλάδωτες υπερβολές, τους τραβάνε. Και λέει κάποιος άγιος, αν δεις κάποιον να πετάει πολύ ψηλά, πιάστον από το πόδι και τράβα τον λίγο κάτω. Να χαμηλώσει λίγο. Να χαμηλώσει. Αυτά τα απότομα πετάγματα δημιουργούν καμιά φορά, δυστυχώς, και απότομες πτώσεις. Έχετε δει κάτι ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση που δείχνει κάτι αεροπλάνα, που ξεκινάνε, ο κόσμος παρακολουθεί από κάτω· πωπώ τι απογείωση ήταν αυτή! γλυκύτατα ξεκόλλησε από τη γη και πετάει… Και ξαφνικά μετά από δύο λεπτά σωριάζεται και συντρίβεται. Και γεμίζεις καπνούς και σύννεφα και φωτιές και λες, πού πήγε αυτή η απογείωση, πού πήγε αυτή η πτήση; Και έρχεται μια κατάπτωση μετά και μεγάλη πτώση και μεγάλος πάταγος. Για αυτό, αγαπητέ μου, μην απελπίζεσαι, αν ξεκινάς λίγο — λίγο, απαλά· όσο μπορείς αλλά σταθερά. Πέντε λεπτά μπορείς να κάνεις προσευχή τη μέρα; Κάνε πέντε. Του χρόνου μπορεί να κάνεις δέκα λεπτά, του παραχρόνου μπορεί να κάνεις ένα τέταρτο και μετά μπορεί να γίνεις ένας άνθρωπος που αγαπάς την προσευχή και να προσεύχεσαι πολλές ώρες.

Μη κάνεις πολλά, βιαστικά. Απλώς ενθουσιασμός. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο ενθουσιασμός είναι κάτι κακό. Πρέπει να έχεις και χαρά στη ζωή για αυτό που κάνεις· να το χαίρεσαι. Αλλά ταυτόχρονα να βαθαίνεις. Να βαθαίνεις! «Ούτοι ρίζαν ούκ έχουσιν». Ρίζα δεν έχουν. Να έχουμε ρίζα! Να είμαστε χριστιανοί δοκιμασμένοι στη ζωή. Να έχουμε χτυπηθεί στη ζωή και να επιμένουμε στο Χριστό, με τις δοκιμασίες. Για αυτό λέει: «πρός καιρόν πιστεύουσιν». Για λίγη ώρα πιστεύουν. Σε καιρό πειρασμού ανθίστανται. Εδώ σε θέλω. Στον πειρασμό να μείνεις! Στον πειρασμό να μείνεις! Πέθανε μιας γυναίκας το παιδί, δεν ξαναπάτησε εκκλησία. Γιατί κυρία μου; Γιατί δεν ξαναπήγες εκκλησία; «Γιατί», λέει, «εγώ πήγαινα και έκανα πρόσφορα. Εγώ πήγαινα και έδινα ονόματα, εγώ πήγαινα και σφουγγάριζα την εκκλησία τη Μεγάλη Βδομάδα. Και είναι αυτός Θεός που μου πήρε το παιδί; Είναι Θεός αυτός;». Είδατε; ένας Θεός όπως τον θέλουμε εμείς. Ένας Θεός που νομίζουμε ότι μας τάζει πράγματα όπως εμείς τα φανταζόμαστε.

Μας τάζει ο Θεός! Τα πάντα μας δίνει. Τον Παράδεισο μας τάζει. Αλλά δεν πάμε στο Θεό για να μας κάνει τα χατίρια. Πάμε στο Θεό να μας διαπλάσσει. Πάμε στο Θεό να γίνουμε αυτοί που πρέπει να γίνουμε. Και Του λέμε: «Κύριε, πάρε την ψυχή μου, πάρε το χωράφι της καρδιάς μου και βοήθησέ με να αποκτήσω ένα γόνιμο χωράφι. Μια καρδιά ταπεινή. Ένα χώμα μέσα στη ψυχή μου αφράτο. Να μπορεί να πέσει ο Λόγος Σου και να με αγγίξει». Αυτή είναι και η απάντηση στο ερώτημα που έκανα στην αρχή. Που είπα: «Φταίω εγώ που είμαι αυτός που είμαι; Φταίω εγώ που η ψυχή μου είναι επιπόλαιη, ή βιαστική, ή… Εγώ έτσι γεννήθηκα, έτσι μεγάλωσα, έτσι με μάθανε. Τι φταίω εγώ;». Και λέει ο Χριστός: «Δεν φταις, αρχικά· αλλά εσύ δεν είσαι χωράφι άψυχο. Δεν είσαι γη, δεν είσαι χώμα μόνο. Έχεις και ψυχή. Αθάνατη. Λογική. Κι έχεις και κάτι άλλο φοβερό που δεν το έχει κανένα άλλο ον στον κόσμο. Την προαίρεση».

Την προαίρεση! Την επιθυμία την εσωτερική. Την κλίση της καρδιάς σου. Έχεις προαίρεση. Μπορεί να είσαι επιπόλαιος, μπορεί να είσαι αδιάφορος, μπορεί να είσαι ψυχρός, αλλά μπορείς μέσα σου να θέλεις· ο βαθύτερός σου εαυτός — το βαθύτερό σου, το είναι σου — να θέλεις το ωραίο, το καλό. Να έχεις ένα πόθο για κάτι διαφορετικό. Ας μη το ζεις. Και να λες μέσα σου: Κύριε, δεν είμαι γη αγαθή, ταπεινή γη στην ψυχή μου. Είμαι σκληρός, έχω πείσμα, έχω εγωισμό, έχω νεύρα, έχω αντίδραση, έχω αυθάδεια. Έχω όλα τα ελαττώματα μέσα μου. Έτσι βλέπω την ψυχή μου. Τέτοιο χωράφι χάλια είναι η καρδιά μου. Αλλά θα ήθελα!.. Αυτό θα πει προαίρεση. Αυτό το, «θα ήθελα». «Θα ήθελα, Κύριε, Εσύ ο γεωργός ο καλός, Εσύ που μπορείς.

Εσύ που μπορείς, να μου αλλάξεις το χωράφι αυτό. Θέλω να θελήσω, θέλω να αλλάξω. Δεν μπορώ μόνος μου. Γιατί αυτό είναι το χωράφι της ψυχής μου. Ακατάλληλο, στεγνό, ξερό σαν την έρημο. Σαν κάτι χωράφια που έχει να βρέξει χρόνια και έχουν σκάσει. Έχουν ανοίξει, έχει ανοίξει η γη και βλέπεις μέσα, μέσα στη γη τα έγκατά της· και δεν μπορεί να πιάσει κανένας σπόρος: ούτε η αγάπη, ούτε η ταπείνωση φυτρώνει μέσα μου, ούτε η ελεημοσύνη, ούτε η καλοσύνη. Τίποτα από όλα αυτά. Όλες οι κακίες. Σκληρός έχω γίνει». Και λέει ο Χριστός: «δεν σε μαλώνω για αυτό. Για αυτό που είσαι. Σε μαλώνω για αυτό που δεν γίνεσαι! Και μπορείς να γίνεις, αν μου δώσεις την άνεση, την δυνατότητα, να μπω στην ψυχή σου, να μπω στο χωράφι σου και να στο φτιάξω. Θέλεις;…».

Αυτή είναι η διαφορά της παραβολής με την πραγματικότητα. Η παραβολή είναι παραβολή, αλλά δεν υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία με την ψυχή μας. Γιατί η ψυχή μας δεν είναι χωράφι άβουλο. Δεν είναι χωράφι νεκρωμένο σαν το χώμα της γης. Η ψυχή μας έχει λόγο, έχει βούληση, έχει θέλημα. Πού δίνεις το θέλημά σου, πού δίνεις την επιθυμία σου; Πες στο Χριστό: «Κύριε, δεν είμαι αυτός που πρέπει να είμαι, δεν είμαι αυτή που πρέπει να είμαι. Η γη της ψυχής μου είναι χωράφι άκαρπο· αλλά Εσύ, Κύριε, θέλω να με αλλάξεις. Έλα Εσύ να με διορθώσεις. Έλα να με βοηθήσεις. Όλα τα μπορείς Εσύ». Γι' αυτό είπα στην αρχή, ότι ο Χριστός μας, δεν μαλώνει. Κανένα χωράφι δεν το σχολιάζει αρνητικά, με την έννοια να κάνει παρατήρηση. Απλώς περιγράφει, ταπεινά.

Θυμάστε που λέει: «Εγώ ούκ ήλθον, ίνα κρίνω τον κόσμον, αλλά ίνα σώσω τον κόσμον». Ήρθα να σας σώσω. Όταν ο Χριστός έρθει και σε βρει να είσαι σε ένα λήθαργο, να βαριέσαι που ζεις, να βαριέσαι να πας Εκκλησία, να βαριέσαι να προσευχηθείς, δεν θα έρθει να σου κάνει παρατήρηση, να σου πει, δεν ντρέπεσαι που βαριέσαι! Όχι! Αλλά θα σου πει: «Βαριέσαι»; «Βαριέμαι… Χτυπάει η καμπάνα· πώς βαριέμαι και νυστάζω…». «Ωραία! Θες να αγγίξω την καρδιά σου Εγώ; Θες να σε γνωρίσω και να Με γνωρίσεις καλύτερα; Θες να Μου ανοίξεις την ψυχή σου να μπω μέσα»; «Μη μου ζητάς όμως εκκλησίες και τέτοια. Δεν μπορώ. Τα βαριέμαι. Αυτά, τα κηρύγματα, εκκλησίες, παπάδες, ομιλίες, αυτά δεν τα μπορώ». «Κοίταξε! Αυτά μην τα σκέφτεσαι, έτσι, αγχωτικά. Αυτά θαρθούνε. Θαρθούνε με την καλή σου την προαίρεση. Με την καλή σου την καρδιά. Θα ήθελες»;

Αυτό το «θα ήθελα!», είναι που περιμένει ο Χριστός μας. Αυτή την καλή επιθυμία.

Και να Του πούμε: Κύριε, θα ήθελα, ναι. Θα ήθελα να με βοηθήσεις να αλλάξω. Και το χωράφι της ψυχής μου να γίνει όπως το θες Εσύ. Γη καλή και αγαθή. Γη εύφορη. Να πιάνει ο σπόρος, βρε παιδί μου! Να πιάνει ο σπόρος. Να πέφτει κάτι μέσα και να το ρουφάω.